Σε αυτή την έρευνα, παρουσιάζεται η ανάλυση εξατομικευμένων στοιχείων  της ελλιπούς καταγραφής στοιχείων οδικών ατυχημάτων με τραυματισμό σε επιλεγμένες ευρωπαϊκές χώρες. Το επίπεδο της ελλιπούς καταγραφής των τραυματισμών εκφράζεται με αντίστοιχους συντελεστές, που υπολογίζονται ως ο λόγος του εκτιμώμενου πραγματικού αριθμού των τραυματισμών συγκεκριμένης σοβαρότητας προς τον αριθμό των αντίστοιχων τραυματισμών που καταγράφονται από την αστυνομία. Οι συντελεστές αυτοί υπολογίσθηκαν στο πλαίσιο των εθνικών / τοπικών μελετών στις εξεταζόμενες χώρες, με τη χρήση μιας ειδικά αναπτυγμένης, ομοιόμορφης μεθοδολογίας για τη σύνδεση και την αντιστοίχιση των αρχείων οδικών ατυχημάτων της Τροχαίας και των αρχείων των νοσοκομείων. Λογαριθμικά Πρότυπα (log-rate) αναπτύχθηκαν προκειμένου να υπολογιστεί η συνδυασμένη επηρροή της χώρας (Τσεχία, Γαλλία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ολλανδία, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο), ο τύπος των χρηστών της οδού (επιβάτες αυτοκινήτων, μοτοσυκλετιστές, ποδηλάτες, πεζοί), ο βαθμός σοβαρότητας όπως καταγράφηκε από την Τροχαία (σοβαρός ή ελαφρύς τραυματισμός) και η βαθμολογία στην κλίμακα MAIS (Maximum Abbreviated Injury Scale score) στην ελλιπή καταγραφή στοιχείων οδικών ατυχημάτων με τραυματισμό. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τα εξεταζόμενα χαρακτηριστικά έχουν σημαντική συνδυασμένη επηρροή στην ελλιπή καταγραφή στοιχείων (αλληλεπίδραση τρίτης τάξης). Τα αποτελέσματα της ανάλυσης των αλληλεπιδράσεων χαμηλότερης τάξης αποκαλύπτουν συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας / περιοχής, υποδεικνύοντας περιοχές στις οποίες οι Αρχές θα πρέπει να εστιάσουν τις προσπάθειές τους. Για παράδειγμα, διαπιστώθηκε ότι στην Τσεχία, τη Γαλλία και την Ελλάδα, είναι πιο πιθανό να μην αναφέρονται οι ελαφροί τραυματισμοί παρά οι σοβαροί τραυματισμοί ενώ το αντίθετο συμβαίνει στην Ολλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Επιπλέον, ενώ στην Ολλανδία τα ποσοστά ελλιπούς καταγραφής δεν είναι γενικά υψηλά, εντοπίζεται ένα συγκεκριμένο πρόβλημα που αφορά στους ελαφρούς τραυματισμούς ποδηλατών. Τέλος, στις περισσότερες χώρες, ένα σημαντικό ποσοστό της συνολικής ελλιπούς καταγραφής μπορεί να αποδοθεί στη μη-ακριβή καταγραφή της σοβαρότητας των τραυματισμών.