Η παρούσα έρευνα έχει ως στόχο τη διερεύνηση των χρονικών διαχωρισμών που αποδέχονται οι πεζοί για τη διάσχιση αστικής οδού εκτός κόμβων. Συγκεκριμένα, εξετάστηκαν δύο ζητήματα της συμπεριφοράς των πεζών σε ότι αφορά στη διάσχιση οδών εκτός κόμβων: το μέγεθος των χρονικών διαχωρισμών στις αφίξεις των οχημάτων τους οποίους αποδέχονται οι πεζοί, και η απόφασή τους να διασχίσουν ή όχι την οδό, καθώς και οι σχετικές καθοριστικές παράμετροι. Για τον σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε έρευνα πεδίου σε μη σηματοδοτούμενη θέση εκτός κόμβου στο κέντρο της Αθήνας στην Ελλάδα. Στην έρευνα αυτή, οι αποφάσεις διάσχισης των πεζών καταγράφηκαν με χρήση κάμερας σε πραγματικές συνθήκες κυκλοφορίας. Ταυτόχρονα, η ταχύτητα των διερχόμενων οχημάτων μετρήθηκε με τη βοήθεια κατάλληλης φορητής συσκευής μέτρησης (laser gun). Τα  συλλεχθέντα στοιχεία περιελάμβαναν τον αριθμό και το μέγεθος των χρονικών διαχωρισμών που απορρίφθηκαν ή που έγιναν αποδεκτοί από τους πεζούς, τους σχετικούς χρόνους αναμονής και τον αριθμό των προσπαθειών διάσχισης, την ταχύτητα του οχήματος καθώς επίσης και τα ατομικά χαρακτηριστικά των πεζών (φύλο, ηλικία κ.λπ.). Στη συνέχεια, αναπτύχθηκε ένα λογαριθμο-κανονικό μοντέλο παλινδρόμησης, προκειμένου να εξεταστεί η επιρροή των διάφορων μεταβλητών στην αποδοχή χρονικών διαχωρισμών των πεζών, η οποία ορίστηκε ως το μέγεθος των χρονικών διαχωρισμών που έγιναν αποδεκτοί από τους πεζούς. Διαπιστώθηκε ότι η αποδοχή χρονικών διαχωρισμών από τον πεζό εξηγείται καλύτερα με βάση την απόσταση από το διερχόμενο όχημα, απ’ ότι με βάση την ταχύτητά του. Επιπλέον, η ύπαρξη παράνομα σταθμευμένων οχημάτων (που μπορεί να έχει επιπτώσεις στην ορατότητα των πεζών), το μέγεθος του διερχόμενου οχήματος και η παρουσία άλλων πεζών βρέθηκαν να έχουν σημαντική επιρροή στο μέγεθος των χρονικών διαχωρισμών που έγιναν αποδεκτοί από τους πεζούς. Επίσης, αναπτύχθηκε ένα διωνυμικό λογιστικό πρότυπο προκειμένου να εξεταστεί η επιρροή των διαθέσιμων χρονικών διαχωρισμών και άλλων παραμέτρων στην απόφαση των πεζών να διασχίσουν την οδό ή όχι. Τα αποτελέσματα του προτύπου δείχνουν ότι αυτός ο τύπος απόφασης διάσχισης καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την απόσταση από τα διερχόμενα οχήματα και τον  χρόνο αναμονής των πεζών.