Στόχος της εργασίας είναι η συγκριτική αξιολόγηση των δυνατοτήτων και περιορισμών στις έρευνες για την απόσπαση της προσοχής του οδηγού με χρήση προσομοιωτή οδήγησης. Για τον σκοπό αυτό εξετάστηκαν πάνω από 40 επιστημονικές εργασίες αναφορικά με τον σχεδιασμό πειραμάτων σε προσομοιωτή οδήγησης για τη μελέτη της επίδρασης διάφορων πηγών απόσπασης της προσοχής των οδηγών (εντός ή εκτός του οχήματος). Συγκεκριμένα, για κάθε εξεταζόμενο πείραμα καταγράφονται και αναλύονται ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά, όπως τα χαρακτηριστικά του δείγματος (μέγεθος, φύλο, ηλικιακή κατανομή), ο σχεδιασμός του πειράματος (αριθμός διαδρομών, διάρκεια και είδος των εργασιών οδήγησης, χαρακτηριστικά του οδικού περιβάλλοντος και της κυκλοφορίας), καθώς και η εξεταζόμενη πηγή απόσπασης της προσοχής (κινητό τηλέφωνο, συνομιλία, οπτικό ερέθισμα, μουσική, συστήματα υποβοήθησης του οδηγού κ.λπ.). Από την ανάλυση διαπιστώνεται ότι η πλειοψηφία των ερευνών βασίζεται σε μικρού μεγέθους δείγματα, 30-40 συμμετεχόντων, συνήθως μη αντιπροσωπευτικά του γενικού πληθυσμού (π.χ. κυρίως νέοι ή μεσήλικες οδηγοί). Οι συχνότερα θεωρούμενες πηγές απόσπασης της προσοχής είναι το οπτικό ερέθισμα και η χρήση κινητού τηλεφώνου. Το οδικό περιβάλλον στα περισσότερα πειράματα προσομοίωσης είναι υπεραστικό, ενώ η υπόλοιπη κυκλοφορία δεν προσομοιώνεται σαφώς. Ο αριθμός και η διάρκεια των διαδρομών εμφανίζουν σημαντική διαφοροποίηση. Ο βαθμός απόσπασης μετράται με βάση την επίδραση στην προσοχή του οδηγού (χέρια μακριά από το τιμόνι, βλέμμα εκτός της οδού), στη συμπεριφορά του οδηγού (ταχύτητα οχήματος, απόσταση από προπορευόμενο όχημα, εγκάρσια θέση στην οδό, χρόνος αντίδρασης) και στον κίνδυνο ατυχήματος. Από την ανάλυση προκύπτει ότι ο σχεδιασμός και η εφαρμογή πειραμάτων αυτού του είδους είναι ακόμη ανομοιογενής και συχνά μη συμβατός με τις βασικές αρχές πειραματικού σχεδιασμού.