Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει στόχο να διερευνήσει την ευαισθησία της δεδηλωμένης προτίμησης των Ελλήνων οδηγών, απέναντι στην αστυνόμευση για την οδική ασφάλεια. Μετά τον καθορισμό του στόχου, ακολούθησε βιβλιογραφική ανασκόπηση που οδήγησε στην ανάπτυξη της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε. Πραγματοποιήθηκε έρευνα πεδίου με τη βοήθεια κατάλληλα σχεδιασμένου ερωτηματολογίου, με τη μέθοδο της δεδηλωμένης προτίμησης. Επιχειρήθηκε η καταγραφή των προτιμήσεων του δείγματος, μέσω της επιλογής που έκαναν οι ερωτώμενοι σε πέντε τριάδες σεναρίων. Για τη στατιστική επεξεργασία των συλλεγέντων στοιχείων χρησιμοποιήθηκε η μέθοδο της λογιστικής παλινδρόμησης. Το αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτής ήταν η ανάπτυξη μαθηματικού προτύπου πρόβλεψης της πιθανότητας, ο μέσος Έλληνας οδηγός να επιλέξει να πληρώσει πρόστιμο παρά να σταματήσει τις παραβιάσεις των ορίων ταχύτητας και τις αντικανονικές προσπεράσεις που κάνει σήμερα οδηγώντας στο εθνικό οδικό δίκτυο. Ως αποτέλεσμα της συγκεκριμένης έρευνας προέκυψε ότι η δεδηλωμένη προτίμηση του Έλληνα οδηγού απέναντι στην αστυνόμευση επηρεάζεται από την αύξηση της διάρκειας του ταξιδιού που πρέπει να υποστεί προκειμένου να αποφύγει την επιβολή προστίμου, τη διάρκεια του ταξιδιού, καθώς και την ηλικία του, το ετήσιο οικογενειακό του εισόδημα και το σκοπό του ταξιδιού του. Εντοπίστηκαν δηλαδή οι παράγοντες που επηρεάζουν την πιθανότητα ο μέσος Έλληνας οδηγός να επιλέξει την επιβολή προστίμου, καθώς επίσης προσδιορίστηκε και ο τρόπος με τον οποίο ο καθένας από αυτούς επηρεάζει την τελική επιλογή. Πιο συγκεκριμένα το ποσοστό επιλογής προστίμου είναι τόσο μεγαλύτερο όσο μικρότερη είναι η ηλικία των οδηγών, όσο μεγαλύτερο είναι το εισόδημά τους, καθώς επίσης και αν ο σκοπός του ταξιδιού είναι επαγγελματικός. Επίσης σε ταξίδια διάρκειας 5 ωρών το ποσοστό που επιλέγει πρόστιμο είναι μικρότερο από το αντίστοιχο για ταξίδια 2 ωρών όταν η αύξηση της διάρκειας ταξιδιού δεν ξεπερνά το 40% της αρχικής. Η ανισότητα αντιστρέφεται όταν η παραπάνω αύξηση υπερβεί το 40% της αρχικής διάρκειας.