Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η αποτίμηση της επιρροής της αστυνόμευσης δύο ιδιαίτερα επικίνδυνων παραβάσεων οδικής ασφάλειας, της υπερβολικής ταχύτητας και της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ, και ο προσδιορισμός του λόγου ωφελειών / κόστους από την εντατικοποίηση της αστυνόμευσής τους στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1998-2002. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία οδικών ατυχημάτων, παθόντων προσώπων, επικίνδυνων παραβάσεων και αριθμού ελέγχων επικίνδυνων παραβάσεων που συλλέγονται από την ΕΣΥΕ και τη Διεύθυνση Τροχαίας για την εξεταζόμενη περίοδο. Πρόσθετα στοιχεία που αφορούν στο κόστος της αστυνόμευσης συλλέχθηκαν από τη Διεύθυνση Τροχαίας. Για τον υπολογισμό της επιρροής της αστυνόμευσης στην οδική ασφάλεια χρησιμοποιήθηκαν στατιστικά πρότυπα οδικών ατυχημάτων σε σχέση με συγκοινωνιακά και δημογραφικά χαρακτηριστικά στις διάφορες περιοχές τις Ελλάδας. Στη συνέχεια υπολογίστηκε το κόστος των οδικών ατυχημάτων στην Ελλάδα, ενώ ειδικότερα όσον αφορά στο ανθρώπινο κόστος των οδικών ατυχημάτων αξιοποιήθηκαν στοιχεία έρευνας με τη μέθοδο “πρόθεση-να-πληρώσω”. Τέλος, πραγματοποιήθηκε ανάλυση κόστους-ωφελειών, με βάση την ενδεδειγμένη μεθοδολογία από τη διεθνή βιβλιογραφία, για δύο σενάρια: ένα “συντηρητικό” σενάριο και ένα “βέλτιστο” σενάριο. Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι ανταποδοτικότητα της εντατικοποίησης της αστυνόμευσης της υπερβολικής ταχύτητας και της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ ήταν ιδιαίτερα υψηλή κατά την εξεταζόμενη περίοδο και για τα δύο εξεταζόμενα σενάρια.